- αναψηλαφώ
- αναψηλαφώ, αναψηλάφησα βλ. πίν. 73——————Σημειώσεις:αναψηλαφώ : έχει επικρατήσει η κλίση σε -ώ, -είς και δε χρησιμοποιείται ο τύπος σε -ίζω (δες π.χ. ψηλαφίζω).Επομένως, εφόσον δεν υπάρχει ισοδύναμος τύπος σε -ίζω, στο αοριστικό θέμα κρατάμε το η (αναψηλάφησα κτλ.).
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.